Η ιστορία και το νόημα των Ολυμπιακών Αγώνων στην αρχαιότητα!
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες αποτελούσαν στην ουσία τους μία ακόμη έκφραση πολιτισμού, αφού οι αθλητές δεν αγωνίζονταν για χρήμα και αμοιβές, αλλά μοναδικό έπαθλο κάθε αγώνα ήταν ένας κότινος, ένα κλαδί αγριελιάς. Και αυτό ακριβώς αποτελούσε την ειδοποιό διαφορά των Ελλήνων από τους βαρβάρους.
Η ιδέα πως ο αθλητισμός «χτίζει χαρακτήρες» προέρχεται από την Αρχαία Ελλάδα.Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι η υγειά του σώματος πρέπει να συμβαδίζει με την πνευματική υγεία.
Ήταν ο πρώτος λαός που επινόησε τις «αθλοπαιδιές» τις οποίες ανήγαγαν σε αγωνίσματα, στα οποία οι παίκτες συναγωνίζονταν. Η λέξη Άγων(ας) προέρχεται από το ρήμα «Άγω» που σημαίνει «οδηγώ». Το ίδιο ρήμα παράγει την λέξη Αγωγή, από την οποία παράγεται η έννοια παιδαγωγός (αυτός που άγει, που οδηγεί τον παίδα). Η λέξη «αθλέω» – «αθλώ» σημαίνει μόχθος, ανάγκη, αγωνίζομαι.
Ο Αριστοτέλης έθεσε τον ορισμό της επιστήμης της φυσικής αγωγής, λέγοντας ότι εξετάζει το είδος της εκγύμνασης που ταιριάζει σε όλους, αφού αποσκοπεί στην γυμναστική εκπαίδευση όλων και όχι μόνων αυτών με φυσικά σωματικά χαρίσματα.
Κατά τον Αριστοτέλη ο σκοπός της γυμναστικής είναι παιδαγωγικός και αισθητικός. Ο Αριστοτέλης έλεγε ότι η γυμναστική δεν πρέπει να περιλαμβάνει ακρότητες που καταστρέφουν την σωματική αρμονία.
Γενικά οι αρχαίοι Έλληνες προσπαθούσαν να είναι υπέρ του μέτρου στη ζωή, αλλά και να κατακτήσουν την ευδαιμονία, την ευτυχία δηλαδή η οποία βρίσκεται στο αγαθό, στην αρετή.
H σωματική δραστηριότητα εκλαμβάνονταν ως κοινωνική εμπειρία που επηρέαζε σε μεγάλο βαθμό τη στάση και τις αξίες του ανθρώπου
Η σημαντικότερη αρετή που προσπαθούσαν οι Αρχαίοι Έλληνες να εμφυσήσουν στους νέους διαμέσου του αθλητισμού, ήταν το αίσθημα της εντιμότητας και της δικαιοσύνης. Η υπακοή στους κανόνες, ο σεβασμός προς τον αντίπαλο, ο έντιμος αγώνας και το να μάθει κανείς να κερδίζει όπως και να χάνει, όλα αυτά οι γυμναστές της εποχής τα θεωρούσαν απαραίτητα για την διαπαιδαγώγηση του Έλληνα. Σύμφωνα με τις ιδέες τους, δεν έπρεπε κανείς να αγωνίζεται για εξωτερικές ανταμοιβές όπως το χρήμα και η δόξα, γιατί κάτι τέτοιο σε αναγκάζει να φερθείς με τρόπο ανέντιμο .
Μετά την θυσία του Λεωνίδα στη μάχη των Θερμοπυλών, τα Περσικά στρατεύματα βαδίζοντας προς τον νότο αναζητούσαν τον υπόλοιπο Ελληνικό στρατό. Τότε οι Πέρσες πληροφορήθηκαν ότι οι Έλληνες βρίσκονταν στην Ολυμπία, για την τέλεση της έβδομης Ολυμπιάδας. Ο βασιλιάς των Περσών Ξέρξης ζήτησε λοιπόν να μάθει τι είναι οι Ολυμπιακοί αγώνες. Ακολουθεί ο διάλογος του Ξέρξη με έναν από τους αξιωματικούς του..:
– Πού βρίσκονται Έλληνες τώρα;
– Στην Ολυμπία είναι. Εκεί έχουν μαζευτεί όλοι τους.
– Και τι κάνουν εκεί;
– Αθλητικούς αγώνες.
– Πως το είπες;
– Αθλητικούς ολυμπιακούς αγώνες!
– Και τι είναι πάλι αυτό;
– Να, τρέχουν ο ένας δίπλα στον άλλο, ποιος θα έλθει πρώτος.
– Τρέχουν;
– Ναι
– Και τι βραβείο παίρνει ο πρώτος;
– Ένα κλαδί αγριελιάς!
– Τι;
– Ναι τον στεφανώνουν με ένα κλαδί αγριελιάς που τον λένε κότινο.
– Μίλα καλά, ανάξιε σκλάβε
– Αλήθεια λέω στρατηγέ μου. Ένα κλαδί αγριελιάς.!
Κοιτάζονταν οι Πέρσες στρατηγοί μεταξύ τους μην πιστεύοντας στα αυτιά τους. Σε τι τόπο είχαν έρθει; Την σιωπή έσπασε ο γιος του ευυπόληπτου Πέρση πολέμαρχου Αρτάβανου, Τριταντέχμης, είπε:
«Αλίμονο, Μαρδόνιε, με ποιους άνδρες μας έφερες να πολεμήσουμε! Μ’ αυτούς που δεν αγωνίζονται για χρήματα, αλλά για την αρετή!». («Παπαί, Μαρδόνιε, κοίους επ’ άνδρας ήγαγες μαχησομένους ημέας, οι ου περί χρημάτων τον αγώνα ποιούνται, αλλά περί αρετής!»).
Η προέλευση των αγώνων
Οι αθλητικές διοργανώσεις αρχικά σχετίζονταν με επικήδειες τελετουργίες, κυρίως ηρώων και όσων είχαν πέσει στη μάχη, όπως για παράδειγμα οι «ἆθλοι του Πατρόκλου» στην Ιλιάδα του Ομήρου. Στην Ολυμπία συγκεκριμένα ορισμένες μυθολογικές αναφορές τιμούν τον Δία με τους αγώνες αυτούς, προκειμένου να γιορτάσουν τη νίκη του έναντι του Κρόνου, ενώ άλλες αναφορές δείχνουν ότι ο ήρωας Πέλοπας τους ξεκίνησε για να τιμήσει τον Οινόμαο. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η άθληση, το υγιές σώμα και το ανταγωνιστικό πνεύμα αποτελούσαν μεγάλο κομμάτι της εκπαίδευσης των Ελλήνων, επομένως δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι κάποια στιγμή θα οργάνωναν αθλητικούς διαγωνισμούς, όπως είχε ήδη συμβεί στον προγενέστερο Μινωικό και Μυκηναϊκό πολιτισμό.
Οι πρώτοι Ολυμπιακοί αγώνες διεξήχθησαν το 776 π.Χ. στην πρώτη πανσέληνο μετά το θερινό ηλιοστάσιο (κοντά στα μέσα Ιουλίου) προς τιμήν του Δία. Ο νικητής του ενός και μοναδικού αγωνίσματος, του σταδίου (αγώνας δρόμου) ήταν ο Κορόιβος ο Ηλείος. Από τότε καταγραφόταν κάθε νικητής και κάθε ολυμπιάδα παίρνοντας το όνομα του, δίνοντάς μας έτσι την πρώτη ακριβή χρονολογία του αρχαίου ελληνικού κόσμου. Ολυμπιάδα δεν ονομαζόταν μόνο η διοργάνωση αλλά και η περίοδος μεταξύ των αγώνων. Κατά τη διάρκεια μίας τρίμηνης πανελλήνιας εκεχειρίας, αθλητές και ίσα με 40.000 θεατές ήρθαν από όλη την Ελλάδα συμμετείχαν στους αγώνες της Ολυμπίας. Στη συνέχεια, διοργανώθηκαν και άλλοι αγώνες σε άλλα ιερά μέρη, όπως οι Δελφοί, τα Ίσθμια και η Νεμέα, αλλά οι Ολυμπιακοί Αγώνες είχαν το μεγαλύτερο κύρος.
Οι αγώνες ξεκινούσαν με μία πομπή, η οποία άρχιζε από την πόλη υποδοχής, την Ήλις και κατέληγε στην Ολυμπία. Την πομπή αυτή καθοδηγούσαν οι ελλανοδίκες (δικαστές). Κατά την άφιξή τους στην Ολυμπία, όλοι οι αθλητές και οι υπεύθυνοι έδιναν έναν όρκο για να τηρήσουν όλους τους θεσπισμένους κανόνες των διαγωνισμών και για να αγωνιστούν με τιμή και σεβασμό στον συναθλητή τους.
Οι κανόνες των αγώνων και οι κριτές
Οι αθλητές έπρεπε να πάνε στην Ολυμπία ένα μήνα πριν την έναρξη των αγώνων για να προπονηθούν. Επιπλέον, έπρεπε να δηλώσουν ότι προπονούνταν για τουλάχιστον 10 μήνες. Αποκλείονταν από τους αγώνες όσοι δεν ήταν Έλληνες, δολοφόνοι, όσοι είχαν καταδικασθεί για βεβήλωση ναού και όλοι όσοι δεν είχαν σεβαστεί την εκεχειρία. Πράγματι, υπήρχαν πόλεις που ανήκαν στην τελευταία αυτή κατηγορία, όπως για παράδειγμα ήταν η Σπάρτη το 420 π.Χ.
Τους αγώνες επέβλεπαν εκπαιδευμένοι κριτές από την Ήλις, οι λεγόμενοι Ελλανοδίκες (ή αγωνοθέτες), οι οποίοι είχαν και αυτοί διάφορους βοηθούς, όπως ήταν οι αλύτες (αστυνομικοί). Στις πρώτες 49 διοργανώσεις, υπήρχε μονάχα ένας κριτής, αλλά με την πάροδο του χρόνου προστέθηκαν και άλλοι, φτάνοντας τους 12, οι οποίοι μοιράστηκαν ανάμεσα στα διάφορα αγωνίσματα. Αρχικά, το αξίωμα ήταν κληρονομικό και εφ’ όρου ζωής, αλλά αργότερα οι κριτές επιλέγονταν από την Ήλις με κλήρο.
Οι Ελλανοδίκες είχαν το δικαίωμα να αποκλείσουν και τα επιβάλλουν πρόστιμα στους αθλητές που παραβίαζαν οποιονδήποτε κανόνα. Κανείς δεν μπορούσε να ανακαλέσει τις αποφάσεις των Ελλανοδικών. Ωστόσο, οι ίδιοι οι Ελλανοδίκες κρίνονταν από μία επιτροπή γερόντων και έτσι, αν ένας αθλητής ασκούσε έφεση, επιβαλλόταν πρόστιμο στον εμπλεκόμενο κριτή που η απόφαση έβγαινε εις βάρος του.
Οι κανόνες καταπατούνταν πολύ σπάνια, αλλά όταν αυτό γινόταν, στους αθλητές επιβαλλόταν αποκλεισμός επ αόριστον και πρόστιμο μέχρι και τιμωρία. Τα πρόστιμα πληρώνονταν τόσο στο ιερό όσο και στον αδικημένο αθλητή. Αν ο παραβάτης δεν πλήρωνε το πρόστιμο, τότε η πόλη την οποία εκπροσωπούσε έπρεπε να το πληρώσει ή να αποκλειστεί από την επόμενη διοργάνωση. Μέρος των εσόδων από τα πρόστιμα αξιοποιούνταν για να στήσουν αγάλματα του Δία, γνωστά ως Ζάνες. Ορισμένες από τις βάσεις των αγαλμάτων αυτών υπάρχουν ακόμη στον ιερό τόπο σήμερα.
Τα έπαθλα των αγώνων
Οι Ελλανοδίκες προσέφεραν στον νικητή κάθε αγωνίσματος τον κότινο, ένα στεφάνι από φύλλα αγριελιάς, καθώς και ένα κλαδί ελιάς από το ιερό δέντρο Καλλιστέφανος. Η ελιά ήταν σημαντική καθώς υπήρχε η πεποίθηση ότι τα δέντρα ελιάς της Ολυμπίας είχαν φυτευτεί από τον Ηρακλή. Ένα ακόμη βραβείο ήταν μία κόκκινη μάλλινη κορδέλα, την οποία φορούσαν οι νικητές στο μπράτσο ή γύρω από το κεφάλι. Κυρίως όμως απονεμόταν το βραβείο αυτό στους αναβάτες των αρμάτων, καθώς ήταν στην ουσία ο ιδιοκτήτης του αλόγου που λάμβανε το στεφάνι.
Μετά τους αγώνες, οι νικητές καλωσορίζονταν στις πόλεις τους ως ήρωες. Συνήθως έμπαιναν στην πόλη με την ακολουθία πομπής, όπου ίππευαν ένα άρμα με τέσσερα άλογα. Οι νικητές συμμετείχαν σε συμπόσια που είχαν διοργανωθεί προς τιμήν τους και τους δίνονταν προνόμια, όπως να προσκαλούνται να γίνουν μέλος της τοπικής πολιτικής ζωής.
Ωστόσο, το πραγματικό βραβείο για τους νικητές ήταν η δόξα, η φήμη και η ιστορική αθανασία, με την πραγματική έννοια της λέξης. Λάμβαναν τη φήμη τους ενώ ήταν εν ζωή, όμως διατηρούταν ζωντανή μετά το θάνατό τους μέσω της λίστας που αναγράφονταν οι νικητές, προσωπικών αγαλμάτων και ωδών νίκης γραμμένες προς τιμήν τους.
Διάσημοι Ολυμπιονίκες
Υπήρχαν πολλοί σπουδαίοι αθλητές που κέρδισαν φήμη και δόξα σε πολλούς αγώνες. Ο Κρότων από την νότια Ιταλία κέρδισε τρεις συνεχόμενους αγώνες σταδίου από το 488 έως το 480 π.Χ. Ο Φάνας ο Πελληνεύς κατάφερε να κερδίσει σε τρία αγωνίσματα στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 521 π.Χ., στο στάδιο, στον δίαυλο και στον οπλιτόδρομο. Ο Λεωνίδας ο Ρόδιος πήγε ακόμα καλύτερα, αφού κέρδισε και στα τρία αυτά αγωνίσματα σε τέσσερις διαδοχικές διοργανώσεις, από το 164 έως το 152 π.Χ. Ένα κατόρθωμα που σχεδόν ταιριάζει με αυτό είναι του Ερμογένη του Ξάνθιου, γνωστός και ως ίππος, ο οποίος κέρδισε σε οκτώ αγώνες δρόμου μέσα σε τρεις ολυμπιάδες από το 81 έως το 89 μ.Χ. Ο Μίλων ο Κροτωνιάτης κέρδισε στον αγώνα πάλης πέντε φορές από το 532 έως το 516 π.Χ., ενώ ο δρομέας Άστυλος ο Κροτωνιάτης στεφανώθηκε έξι φορές μέσα σε τρεις ολυμπιάδες, αυτή του 488, του 484 και του 480 π.Χ. Τέλος, ο Ηρόδωρος ο Μεγαρεύς κέρδισε σε δέκα συνεχόμενους αγώνες σαλπιγκτών, από το 328 έως το 292 π.Χ.
Οι αγώνες και το κύρος τους προσέλκυαν επίσης διάσημους αγωνιστές εκτός αθλητικού χώρου. Ο σπουδαίος Αθηναίος στρατηγός και πολιτικός Αλκιβιάδης κέρδισε σε τρεις αρματοδρομίες το 416 π.Χ. Ο Φίλιππος β’ της Μακεδονίας κέρδισε στο αγώνισμα της ιπποδρομίας το 356 π.Χ., ενώ επανέλαβε το σερί νικών του στις αρματοδρομίες στους αγώνες του 352 και του 348 π.Χ. Επίσης ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Νέρων κέρδισε πανηγυρικά σε κάθε αγώνισμα που συμμετείχε το 65 μ.Χ. Αυτοί οι ισχυροί πολιτικοί αρχηγοί προσπάθησαν ακόμα να εκμεταλλευτούν το κύρος των επιτυχιών τους στην Ολυμπία, κόβοντας νομίσματα για να γιορτάσουν τις νίκες τους.
Η πρώτη γυναίκα Ολυμπιονίκης ήταν η Κυνίσκα το 392 π.Χ. Αν και δεν επιτρεπόταν στις γυναίκες να συμμετάσχουν στους αγώνες, μπορούσαν να έχουν δικά τους άλογα και στην ουσία ήταν ο ιδιοκτήτης του αλόγου κέρδιζε το βραβείο του στεφανιού ελιάς. Πολλές ακόμα γυναίκες προσπάθησαν να μιμηθούν την Κυνίσκα. Συγκεκριμένα οι Σπαρτιάτισσες είχαν μεγάλη φήμη στα αγωνίσματα ιππασίας στην Ολυμπία.
Το τέλος των αγώνων
Οι αγώνες συνεχίστηκαν να διεξάγονται κατά την Ελληνιστική περίοδο. Προστέθηκαν περισσότερες κτηριακές εγκαταστάσεις στην Ολυμπία, προσφέρονταν περισσότερες ανέσεις στους θεατές, ενώ αυξήθηκε ο επαγγελματισμός και η εξειδίκευση των αθλητών στα αγωνίσματα. Κατά τη Ρωμαϊκή εποχή, παρά τις όποιες αλλαγές έγιναν στην παράδοση των αγώνων, όπως ήταν η μεταφορά των αγώνων του 80 π.Χ. στη Ρώμη από τον Σύλλα, οι αγώνες εξακολουθούσαν να είναι δημοφιλείς, ενώ το κύρος τους ενισχύθηκε χάρη σε ελληνόφιλους αυτοκράτορες, όπως ο Ανδριανός. Ωστόσο, ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος ήταν αυτός που τελικά αποφάσισε πως όλες οι πρακτικές λατρείας, συμπεριλαμβανομένων και των αγώνων, έπρεπε να σταματήσουν. Έτσι, οι τελευταίοι Ολυμπιακοί αγώνες διεξήχθησαν το 393 μ.Χ., μετά από συνολικά 293 διοργανώσεις, που διήρκησαν πάνω από μία χιλιετία.
Δείτε ακόμα: Στην αρχαία Ελλάδα δωροδοκία στην δικαιοσύνη σήμαινε θάνατος!