Μόνο το 27% εμπιστεύονται την δικαιοσύνη – το 18% την βουλή – ενώ μόλις το 9% δείχνει εμπιστοσύνη στα κόμματα!

Μόνο το 27% εμπιστεύονται την δικαιοσύνη – το 18% την βουλή – ενώ μόλις το 9% δείχνει εμπιστοσύνη στα κόμματα!

Μείζον αμφισβήτηση του Κράτους Δικαίου από τους Έλληνες πολίτες καταγράφει δημοσκόπηση και μάλιστα μεγάλη άνοδος σημειώνεται τα τελευταία χρόνια.

Οι Δικαστές θέλοντας να αποστασιοποιηθούν πέταξαν την μπάλα στους πολιτικούς το μπαλάκι για το ζήτημα των προαγωγών τους με μια ανακοίνωση που ουσιαστικά προκαλεί τα κόμματα να κάνουν αλλαγή στο Σύνταγμα.

Έτσι βλέπουμε ότι στα χειρότερα επίπεδα τα τελευταία 15 χρόνια καταγράφεται η εμπιστοσύνη των πολιτών στη Δικαιοσύνη στη χώρα, καθώς έρευνα της Public Issue αναφέρει ότι λιγότεροι από 3 στους 10 εμπιστεύονται σήμερα τη δικαιοσύνη και τους δικαστές.

Ειδικότερα, μόλις το 27% δείχνει εμπιστοσύνη στον ένα από τους βασικούς πυλώνες του κράτους καθώς σύμφωνα με την ίδια έρευνα οι υποθέσεις διαφθοράς, οργανωμένου εγκλήματοςπαιδοφιλίαςαστυνομικής βίαςυποκλοπών, που έχουν έρθει στη δημοσιότητα «έχουν κλονίσει σε μεγάλο βαθμό το δημόσιο αίσθημα δικαίου».

Ενδιαφέρον στοιχείο αποτελεί το γεγονός ότι αν εξετάσουμε το γράφημα της Public Issue από το 2007 μέχρι σήμερα η εμπιστοσύνη των πολιτών δίνει να έχει κλονιστεί ιδιαίτερα από την περίοδο ανάληψης των κυβερνητικών καθηκόντων από τη ΝΔ. Από το 2019 και μετά η έλλειψη εμπιστοσύνης παίρνει ξεκάθαρα την ανιούσα καθώς αφορά το 70% των ερωτηθέντων.

Ανάλογα χαρακτηριστικά παρουσιάζει η εμπιστοσύνη των ανθρώπων στην Ελλάδα και στη Βουλή με τα αποτελέσματα να αναδεικνύουν ξεκάθαρη «κρίση των αντιπροσωπευτικών θεσμών».

Το 78% δεν εμπιστεύεται τη Βουλή σύμφωνα με την εταιρία δημοσκοπήσεων η οποία αναφέρει ότι η κοινωνική εμπιστοσύνη στη Βουλή συνεχίζει να μειώνεται φτάνοντας μόλις το 18% καταγράφοντας το δεύτερο χειρότερο ποσοστό της τελευταίας 20ετίας, μετά το 2011 που είχε φτάσει στο 11%.

Την ίδια στιγμή τα κόμματα, ως πολιτικός και κοινωνικός θεσμός, παραμένουν πλήρως απαξιωμένα καθώς το 87% δεν τα εμπιστεύεται με μόλις το 9% να δείχνει εμπιστοσύνη.

Αντίστοιχο ποσοστό είχε μετρηθεί στην Ελλάδα το 2008, με την έναρξη της οικονομικής κρίσης.

Τέλος η πλειοψηφία των πολιτών (54%) στην Ελλάδα δεν εμπιστεύεται την αστυνομία, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με την Public Issue «το έλλειμμα κοινωνικής εμπιστοσύνης στην ΕΛ.ΑΣ., που διογκώθηκε την τελευταία 5ετία εξακολουθεί να διατηρείται σε πλειοψηφικά επίπεδα».

Με αφορμή αναφορές όλα όσα λέχθηκαν, ιδιαίτερα από την πλευρά της αντιπολίτευσης, τόσο από πολιτικά πρόσωπα όσο και από νομικούς για «διορισμένη Δικαιοσύνη», η πλειοψηφία του Διοικητικού Συμβουλίου της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων (ΕΔΕ) σε ανακοίνωσή της υπογραμμίζει ότι σύμφωνα με τις συνταγματικές επιταγές οι προαγωγές στις θέσεις των προέδρων και αντιπροέδρων των ανωτάτων δικαστηρίων και του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, ενεργούνται με Προεδρικό Διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του υπουργικού Συμβουλίου.

Παράλληλα, η ΕΔΕ χαρακτηρίζει διαχρονικά, υποκριτική και προσχηματική την κριτική των πολιτικών για την συνταγματική αυτή επίμαχη διάταξη των προαγωγών των δικαστών και υπογραμμίζει ότι οι πολιτικοί «αν διαφωνούν με το περιεχόμενο μιας συνταγματικής διάταξης και θεωρούν ότι οι συνθήκες είναι ώριμες για συνταγματικές μεταβολές, οφείλουν να κινούν τις διαδικασίες για την αναθεώρησή της».

Ειδικότερα, η ανακοίνωση της ΕΔΕ έχει ως εξής:

Σύμφωνα με τη ρητή διάταξη του άρθρου 90 παρ. 5 του Συντάγματος οι προαγωγές στις θέσεις των Προέδρων και Αντιπροέδρων των Ανωτάτων Δικαστηρίων ενεργούνται με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου.

Με όμοιο διάταγμα ενεργείται και η προαγωγή στη θέση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Η διάταξη αυτή υπάρχει στο Σύνταγμα της χώρας από την έναρξη της ισχύος του και ουδεμία Κυβέρνηση έχει εισηγηθεί μέχρι σήμερα την αναθεώρησή της. Η κριτική των πολιτικών για τη διάταξη αυτή είναι, διαχρονικά, υποκριτική και προσχηματική: Όταν βρίσκονται στην Αντιπολίτευση διαφωνούν με το περιεχόμενό της αναζητώντας στην ανωτέρω διάταξη άλλοθι (!!), για να βάλλουν κατά των πολιτικών τους αντιπάλων και της Δικαιοσύνης στο πλαίσιο των κομματικών τους σκοπιμοτήτων. Και όταν βρίσκονται στην Κυβέρνηση σιωπούν και το αφήγημα αυτό αλλάζει σκυτάλη.

Η εν λόγω διάταξη θεσπίστηκε διότι ο Συνταγματικός Νομοθέτης έκρινε, ότι στη δομή της Δικαιοσύνης θα πρέπει να ενυπάρχει το στοιχείο της λαϊκής κυριαρχίας, δεδομένου ότι στη Δημοκρατική Πολιτεία μας όλες οι Εξουσίες πηγάζουν από το Λαό. Εξ αυτού του λόγου και προτάσεις που διατυπώνονται, κατά καιρούς, προς την κατεύθυνση της αναθεώρησής της, εισηγούνται όπως η τελική κρίση να μην ανήκει εξ ολοκλήρου στη Δικαστική Εξουσία.

Οι Συνταγματικές, όμως, διατάξεις δεν θεσπίζονται για να διαστρεβλώνεται το περιεχόμενό τους και να χρησιμοποιούνται ως άλλοθι για να βάλλονται οι θεσμοί.

Οι εκπρόσωποι δε του πολιτικού συστήματος της χώρας υποχρεούνται να είναι συνεπείς στα λόγια και στις διακηρύξεις τους: Αν διαφωνούν με το περιεχόμενο μιας συνταγματικής διάταξης και θεωρούν ότι οι συνθήκες είναι ώριμες για συνταγματικές μεταβολές οφείλουν να κινούν τις διαδικασίες για την αναθεώρησή της.

Μέχρι τότε, όμως, οφείλουν να σέβονται το Σύνταγμα, στο οποίο έχουν ορκιστεί και να μην απαξιώνουν τους θεσμούς προσβάλλοντας τους Δικαστικούς Λειτουργούς και ομιλώντας αντιθεσμικά για διορισμένη Δικαιοσύνη, παραπληροφορώντας, με τον τρόπο αυτό, τους πολίτες της χώρας και την κοινή γνώμη.

Η διατύπωση γνώμης της ΕΝΔΕ επί της διάταξης του άρθρου 90 παρ. 5 του Συντάγματος προϋποθέτει, προηγουμένως και αναγκαίως, την ύπαρξη πολιτικής υπευθυνότητας επί του εν λόγω συνταγματικού ζητήματος».

Αφήστε μια απάντηση