Pfizergate: Ένοχη η Ούρσουλα Φυρερ ντερ Λάιερ – Η Κομισιόν παραβίασε τους κανόνες διαφάνειας σχετικά με τις ενέσεις της Pfizer!

Το δικαστήριο της ΕΕ αποφάσισε ότι η Επιτροπή «δεν εξήγησε με εύλογο τρόπο γιατί θεώρησε ότι τα μηνύματα κειμένου που ανταλλάχθηκαν στο πλαίσιο της προμήθειας των εμβολίων Covid-19 δεν περιείχαν σημαντικές πληροφορίες».
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έκανε λάθος που αρνήθηκε τη δημοσιοποίηση των γραπτών μηνυμάτων της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν με τον διευθύνοντα σύμβουλο της Pfizer Άλμπερτ Μπουρλά στο αποκορύφωμα της πανδημίας του Covid-19, έκρινε δικαστήριο της ΕΕ.
Να υπενθυμίσουμε πως δημοσιογράφοι τότε είχαν ζητήσει να δουν τα απόρρητα μηνύματα μεταξύ της προέδρου της Επιτροπής και του επικεφαλής της φαρμακευτικής εταιρείας, τα οποία αντάλλαξαν πριν από τη συμφωνία πολλών δισεκατομμυρίων ευρώ για τα εμβόλια που συμφωνήθηκε μεταξύ της Pfizer και της ΕΕ.
Συγκεκριμένα, οι New York Times ανέφεραν ότι τα μηνύματα μεταξύ της 1ης Ιανουαρίου 2021 και της 11ης Μαΐου 2022, στο αποκορύφωμα της πανδημίας, θα μπορούσαν να ρίξουν φως στις συμφωνίες δισεκατομμυρίων ευρώ για τα εμβόλια.
Phizer-gate:Το ευρωπαϊκό δικαστήριο απαίτησε να αποκαλυφθούν οι συνομιλίες Ούρσουλας-Μπουρλά για την 3η σύμβαση εμβολίων αξίας 35.000.000.000€ για 1.800.000.000δόσεις!
Παράνομη η κομισιόν που αρνήθηκε να αποκαλύψει τις συνομιλίες στο whatsapp!
Βλέπετε τώρα τι παίχτηκε στη ζούλα; pic.twitter.com/OejwqnU3bd— Καθίκι (@KYTKYTKYTKYTKYT) May 14, 2025
Σε ανακοίνωσή του, το Γενικό Δικαστήριο της ΕΕ ανέφερε ότι η Επιτροπή «δεν εξήγησε με εύλογο τρόπο γιατί θεώρησε ότι τα μηνύματα κειμένου που ανταλλάχθηκαν στο πλαίσιο της προμήθειας των εμβολίων Covid-19 δεν περιείχαν σημαντικές πληροφορίες ή πληροφορίες που αφορούν την παρακολούθηση των οποίων πρέπει να διασφαλιστεί η διατήρηση».
Η ύπαρξη των κειμένων – τα οποία η Επιτροπή αρχικά δεν επιβεβαίωσε – αποκαλύφθηκε σε συνέντευξη που έδωσε η φον ντερ Λάιεν στους New York Times το 2021.
Αλλά το εκτελεστικό όργανο της ΕΕ δήλωσε στο δικαστήριο του Λουξεμβούργου κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας πέρυσι ότι το περιεχόμενό τους δεν ήταν αρκετά σημαντικό ώστε να χαρακτηριστούν ως έγγραφα – επομένως δεν είχαν καταχωριστεί και δεν ήταν διαθέσιμα για να δοθούν στους δημοσιογράφους.
Στην ανακοίνωσή του, το δικαστήριο πρόσθεσε: «Η Επιτροπή δεν μπορεί απλώς να δηλώσει ότι δεν έχει στην κατοχή της τα ζητούμενα έγγραφα, αλλά πρέπει να παράσχει αξιόπιστες εξηγήσεις που να επιτρέπουν στο κοινό και στο Δικαστήριο να κατανοήσουν γιατί δεν μπορούν να βρεθούν τα έγγραφα αυτά».
Αναλυτικά η απόφαση για την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν
«Πρόσβαση στα έγγραφα: ακυρώνεται η απόφαση της Επιτροπής με την οποία η τελευταία αρνήθηκε να παράσχει σε δημοσιογράφο της εφημερίδας New York Times πρόσβαση στα γραπτά μηνύματα που ανταλλάχθηκαν μεταξύ της Προέδρου Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και του διευθύνοντος συμβούλου της Pfizer.
Με αίτηση που υπέβαλε δυνάμει του κανονισμού για την πρόσβαση στα έγγραφα 1, η Ματίνα Στεβί, δημοσιογράφος η οποία εργάζεται για την ημερήσια εφημερίδα The New York Times, ζήτησε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρόσβαση σε όλα τα γραπτά μηνύματα που ανταλλάχθηκαν μεταξύ της Προέδρου Ursula von der Leyen και του Άλμπερτ Μπουρλά, διευθύνοντος συμβούλου της Pfizer, μεταξύ 1ης Ιανουαρίου 2021 και 11ης Μαΐου 2022.
Η Επιτροπή απέρριψε την αίτηση με την αιτιολογία ότι δεν είχε στην κατοχή της τα έγγραφα που ζητήθηκαν με αυτήν. Η Μ. Στεβί και η εφημερίδα The New York Times ζήτησαν από το Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης να ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής. Με την απόφασή του, το Γενικό Δικαστήριο κάνει δεκτή την προσφυγή και ακυρώνει την απόφαση της Επιτροπής.
Το Γενικό Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι σκοπός του κανονισμού για την πρόσβαση στα έγγραφα είναι να προσδώσει όσο το δυνατόν πληρέστερη πρακτική ισχύ στο δικαίωμα πρόσβασης του κοινού στα έγγραφα που βρίσκονται στην κατοχή των θεσμικών οργάνων. Επομένως, κατά γενικό κανόνα, θα πρέπει να παρέχεται στο κοινό πρόσβαση σε όλα τα έγγραφα των θεσμικών οργάνων.
Ωστόσο, όταν ένα θεσμικό όργανο δηλώνει, απαντώντας σε αίτηση πρόσβασης, ότι ένα έγγραφο δεν υπάρχει, τεκμαίρεται η μη ύπαρξη του εγγράφου, σύμφωνα με το τεκμήριο αλήθειας που ισχύει για τη δήλωση αυτή. Πάντως, το εν λόγω τεκμήριο μπορεί να ανατραπεί βάσει κρίσιμων και συγκλινόντων στοιχείων που προσκομίζει ο αιτών. Στην προκειμένη περίπτωση, το Γενικό Δικαστήριο παρατηρεί ότι οι απαντήσεις της Επιτροπής ως προς τα ζητηθέντα γραπτά μηνύματα καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας στηρίζονται είτε σε εικασίες είτε σε μεταβαλλόμενες ή ανακριβείς πληροφορίες.
Αντιθέτως, η Μ. Στεβί και η εφημερίδα The New York Times προσκόμισαν κρίσιμα και συγκλίνοντα στοιχεία τα οποία περιγράφουν την ύπαρξη επαφών, ιδίως υπό τη μορφή γραπτών μηνυμάτων, μεταξύ της Προέδρου της Επιτροπής και του διευθύνοντος συμβούλου της Pfizer στο πλαίσιο της εκ μέρους της Επιτροπής αγοράς εμβολίων από την εταιρία αυτή κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19.
Επομένως, κατόρθωσαν να ανατρέψουν το τεκμήριο περί μη ύπαρξης και μη κατοχής των ζητηθέντων εγγράφων. Σε μια τέτοια περίπτωση όμως, η Επιτροπή δεν μπορεί να αρκεστεί στον ισχυρισμό ότι δεν έχει στην κατοχή της τα ζητηθέντα έγγραφα, αλλά πρέπει να παράσχει πειστικές εξηγήσεις βάσει των οποίων το κοινό και το Γενικό Δικαστήριο να έχουν τη δυνατότητα να κατανοήσουν γιατί δεν είναι δυνατή η ανεύρεση των εγγράφων αυτών. Η Επιτροπή δεν εξήγησε λεπτομερώς τι είδους αναζητήσεις πραγματοποίησε για να εντοπίσει τα εν λόγω έγγραφα ούτε σε ποιους χώρους διεξήγαγε τις αναζητήσεις αυτές. Ως εκ τούτου, δεν παρέσχε πειστική εξήγηση για να δικαιολογήσει τη μη κατοχή των ζητηθέντων εγγράφων. Επιπλέον, η Επιτροπή δεν διευκρίνισε επαρκώς αν τα ζητηθέντα γραπτά μηνύματα είχαν διαγραφεί και, εφόσον είχαν διαγραφεί, αν η διαγραφή είχε γίνει οικειοθελώς ή αυτομάτως, ή αν το κινητό τηλέφωνο της Προέδρου είχε εν τω μεταξύ αντικατασταθεί.
Τέλος, η Επιτροπή δεν εξήγησε με πειστικό τρόπο ούτε τους λόγους για τους οποίους έκρινε ότι τα γραπτά μηνύματα που ανταλλάχθηκαν στο πλαίσιο της αγοράς εμβολίων κατά της νόσου COVID-19 δεν περιείχαν σημαντικές πληροφορίες ή πληροφορίες που έχρηζαν παρακολούθησης ώστε να πρέπει να διασφαλιστεί η διατήρησή τους».